Το ΡΕΤ παίζει πρωταρχικό ρόλο στην επανασταδιοποίηση και στον έλεγχο για υποτροπή των ασθενών, αφού παρουσιάζει καλύτερη ειδικότητα από τις άλλες διαγνωστικές μεθόδους. Αυτό οφείλεται στο ότι οι συμβατικές μέθοδοι αδυνατούν να διαχωρίσουν τις αλλοιώσεις που προκαλούνται στην ανατομία ως αποτέλεσμα της θεραπείας (μετακτινικές αλλοιώσεις) και τις αλλοιώσεις που οφείλονται σε τοπική υποτροπή.

Διάφορες μελέτες δείχνουν ότι το ΡΕΤ έχει σαν αποτέλεσμα την αλλαγή της θεραπευτικής αγωγής στο 40% των περιπτώσεων, όταν αυτή πραγματοποιείται μετά ή παράλληλα με άλλες απεικονιστικές μεθόδους. Για παράδειγμα όταν ο ασθενής έχει προγραμματιστεί για μείζον χειρουργείο αφαίρεσης ηπατικών μεταστάσεων από καρκίνο του παχέος εντέρου, τότε σε παρουσία εξωηπατικών μεταστάσεων, το χειρουργείο δεν γίνεται.

Ένα άλλο πλεονέκτημα της εξέτασης σε σχέση με τις άλλες διαγνωστικές εξετάσεις, όπως το CT και το MRI, είναι ότι απεικονίζει όλο το σώμα σε μια μόνο εξέταση, σε αντίθεση με τις προαναφερθείσες διαγνωστικές μεθόδους, για τις οποίες ο ολόσωμος έλεγχος θα είχε ένα κόστος απαγορευτικό.